|
---|
ΓΙΑ ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΣΠΟΥΔΩΝ |
---|
Για το βιβλίο Ιστορίας της ΣΤ΄ του Δημοτικού |
Η ΑΠΟΣΥΝΔΕΣΗ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΕΝΙΣΧΥΕΙ ΤΗΝ ΑΝΕΡΓΙΑ, ΤΗΝ ΑΜΑΘΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΝΤΙΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΠΝΕΥΜΑ ΣΤΟΝ ΠΛΗΘΥΣΜΟ |
«Ο ρόλος της Μαθηματικής Εκπαίδευσης στην ανάπτυξη της επιστήμης και της παραγωγής» |
Η ΑΠΟΣΥΝΔΕΣΗ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΕΝΙΣΧΥΕΙ ΤΗΝ ΑΝΕΡΓΙΑ, ΤΗΝ ΑΜΑΘΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΝΤΙΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΠΝΕΥΜΑ ΣΤΟΝ ΠΛΗΘΥΣΜΟ
Η αποσύνδεση από την παραγωγή είναι το κύριο χαρακτηριστικό σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Οι βασικοί υπεύθυνοι γι αυτή την τραγική κατάσταση στη χώρα, κατάσταση που επιδεινώθηκε ακόμη πιο πολύ με την κρίση των τελευταίων πέντε χρόνων, είναι όλες οι κομματικές ηγεσίες με επικεφαλής εκείνες της ψευτοαριστεράς.
Αν και η ανεργία στο μεγαλύτερο μέρος της οφείλεται στη στοχευμένη καταστροφή του παραγωγικού ιστού της χώρας εξαιτίας του πολύχρονου παραγωγικού σαμποτάζ, ένα σημαντικό μέρος αυτού του σαμποτάζ είναι η μεθοδευμένη αναντιστοιχία των σπουδών με τις ανάγκες της παραγωγής και της έρευνας.
Σύμφωνα με διεθνή έρευνα της εταιρείας συμβούλων McKinsey, που δημοσιεύτηκε στα ΝΕΑ της 18 Γενάρη 2014 “οι δεξιότητες των πανεπιστημιακών αποφοίτων αποκλίνουν από τις πραγματικές ανάγκες της αγοράς εργασίας, γεγονός που αποτελεί και μια από τις βασικές αιτίες που έξι στους δέκα νέους στη χώρα μας είναι άνεργοι. Ενδεικτικό είναι ότι ένας στους δύο έλληνες εργοδότες, ποσοστό 45%, που είναι και το υψηλότερο της έρευνας, θεωρεί ότι η δυσκολία να βρει προσωπικό με τις αναγκαίες δεξιότητες αποτελεί σοβαρό πρόβλημα για την επιχείρησή του. Την ίδια στιγμή ένας στους τρεις εργοδότες δεν μπορεί να βρει προσωπικό με τις απαραίτητες δεξιότητες για τις θέσεις που ζητάει”. Αυτή η αναντιστοιχία πραγματοποιείται στο όνομα της δήθεν επανάστασης και του δήθεν ανθρωπισμού, κατά κύριο λόγο από τις ψευτοαριστερές δυνάμεις που κυριαρχούν στην ΟΛΜΕ στη μέση εκπαίδευση, στη ΔΟΕ στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση και βέβαια από την ΠΟΣΔΕΠ και τις ηγεσίες των ψευτοαριστερών παρατάξεων στα πανεπιστήμια. Το σύνθημα στο οποίο συμπυκνώνεται αυτή η μεθοδευμένη αποσύνδεση είναι το “όχι στο σχολείο της αγοράς και του κεφάλαιου”, εννοώντας ότι το σχολείο πρέπει να είναι μακρυά από την παραγωγή αφού η παραγωγή είναι στην υπηρεσία του κεφάλαιου. Όπως δηλαδή ακριβώς το ψευτοΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ κλείνουν τις επιχειρήσεις επειδή είναι στην υπηρεσία του κεφάλαιου ξέροντας ότι έτσι στερούν και την εργατική τάξη από τα μέσα της διαβίωσης της, αλλά και της επανάστασής της, έτσι καταστρέφοντας τη σύνδεση της εκπαίδευσης με την παραγωγή, τις θετικές επιστήμες και την έρευνα, καταστρέφουν την εκπαίδευση. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην ίδια έρευνα καταγράφονται και οι απόψεις των εκπαιδευτικών: “Ενώ το 79% των εκπαιδευτικών που συμμετείχε στην έρευνα απάντησε ότι οι φοιτητές είναι απόλυτα προετοιμασμένοι για να βρουν την πρώτη τους δουλειά, με την άποψη αυτή συμφώνησε μόλις το 23% των εργοδοτών!”. Στην ίδια επίσης έρευνα η χώρα μας κατατάσσεται στην κορυφή των χωρών με τη μεγαλύτερη έλλειψη επικοινωνίας μεταξύ εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας. Οπως αναφέρει η έκθεση “μόνο… ένας στους δέκα Ελληνες έως 24 ετών (δηλαδή 13%, το υψηλότερο ποσοστό) λαμβάνει κατά τη διάρκεια της φοίτησής του στο λύκειο επαρκή πληροφόρηση επαγγελματικού προσανατολισμού, προτού επιλέξει ποιο επάγγελμα θέλει να ακολουθήσει καθώς και ποιες ικανότητες χρειάζονται γι’ αυτό”.
Ένα μέρος της αστικής τάξης της χώρας διαπιστώνει μεταξύ άλλων τα εξής: “Χρειάζεται να διερευνηθούν τρόποι άµεσης προσαρµογής του συστήµατος επαγγελµατικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, σε νέες ειδικότητες ή και σε νέες γνώσεις, δεξιότητες και ικανότητες, έτσι ώστε να ικανοποιούνται οι εξελισσόµενες απαιτήσεις της ελληνικής βιοµηχανίας, οι οποίες µπορεί να αλλάζουν, µε βάση νέες σηµαντικού µεγέθους επενδύσεις ή άλλα σηµαντικά νέα έργα που προκύπτουν…Επίσης για ορισµένα επαγγέλµατα απαιτείται η ενίσχυση της τεχνικής δευτεροβάθµιας επαγγελµατικής εκπαίδευσης” (Forum για την Εργασία και τις ?εξιότητες του Αύριο από τον ΣΕΒ της 10 Ιουλίου 2013).
Η αποσύνδεση αυτή φέρνει σε αναντιστοιχία την εργασία με τις σύγχρονες παραγωγικές δυνάμεις, εμποδίζει την ένωση της εργασίας με τα μέσα παραγωγής και τελικά σαμποτάρει την παραγωγή και όλους τους υλικούς και πνευματικούς όρους της κοινωνικής ζωής. Οδηγεί την κοινωνία στη βαρβαρότητα. Το χαμηλότερο κατά κεφαλή ΑΕΠ στην ΕΕ, το παραγωγικό έλλειμμα που απεικονίζεται στο αυξανόμενο και μοναδικό τεράστιο εμπορικό έλλειμμα, η χαμηλή τεχνολογική σύνθεση των κεφαλαίων, η βίαιη υποτίμηση της αξίας της εργασίας, η υποτίμηση του επενδυμένου παραγωγικού κεφαλαίου, όλα αυτά είναι τα αποτελέσματα του πολύχρονου παραγωγικού σαμποτάζ, του οποίου η έκφραση στην εκπαίδευση είναι και η αποσύνδεση της από την αγορά εργασίας.
Όμως το πρόβλημα δεν εμφανίζεται μόνο στην τυπική μέση ή ανώτατη εκπαίδευση. Η διαρκής επαναστατικοποίηση των μέσων και των μεθόδων παραγωγής, απαιτεί από την κοινωνία διαρκή εκπαίδευση και προσαρμογή στις νέες κάθε φορά συνθήκες εργασίας που δημιουργούνται. Έτσι η δια βίου μάθηση και εκπαίδευση είναι όλο και πιο επιτακτική ανάγκη για τους εργαζόμενους, όχι μόνο από την πλευρά της εξυπηρέτησης της κερδοφορίας του σύγχρονου κεφάλαιου, αλλά και από την πλευρά και της μελλοντικά απελευθερωμένης από τα δεσμά του κεφάλαιου εργατικής τάξης. Η διά βίου εκπαίδευση ανοίγει στο βάθος το δρόμο της κατάργησης της μονότονης δουλειάς και της υποδούλωσης του προλετάριου στην ίδια μηχανή και οδηγεί τελικά στην κατάργηση και του ίδιου του κοινωνικού καταμερισμού εργασίας .
Όμως οι ορδές του παραγωγικού σαμποτάζ απαγορεύουν ακόμη και αυτή τη ζωτική για την ύπαρξη και την ανάπτυξη της σύγχρονης εργατικής τάξης ανάγκη. Στην ετήσια έκθεση 2012 “για την εργασία και απασχόληση στην Ελλάδα”, του Εθνικού Ινστιτούτου Εργασίας και ανθρώπινου δυναμικού, αναφέρεται: “Πρόσφατα, αλλά και παλαιότερα δεδομένα, από την έρευνα εργατικού δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ, τον ΛΑΕΚ και τις αναλύσεις του Cedefop, δείχνουν ότι η επαγγελματική κατάρτιση δεν είναι μια πραγματικότητα για το μεγαλύτερο μέρος του ενεργού πληθυσμού, κυρίως για το μεγαλύτερης ηλικίας εργατικό δυναμικό. Έτσι, θα λέγαμε ότι υπάρχει μια “αντίθετη ροπή” σε σχέση με αυτό που προσπαθεί να “κτιστεί” θεσμικά και μέσω των κοινοτικών προγραμμάτων στη χώρα μας. Ενώ, δηλαδή μιλάμε για επενδύσεις σε ανάπτυξη γνώσεων και δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού, έτσι ώστε να επιτύχουμε οικονομική ανάπτυξη και ανταγωνιστικότητα, από την άλλη η κατάρτιση δεν φαίνεται να ελκύει ή να θεωρείται από το ανθρώπινο δυναμικό ως επαγγελματική και προσωπική επένδυση, ως διά βίου διεργασία αναβάθμισης γνώσεων και δεξιοτήτων του, σε μια αγορά που αλλάζει με γοργούς ρυθμούς και γίνεται ολοένα και πιο ανταγωνιστική. Αυτό έχει ως συνέπεια την μειωμένη αποτελεσματικότητα οποιασδήποτε πράξης και δράσης με εργαλείο την κατάρτιση, βραχυχρόνια και μακροχρόνια”. Με βάση τα στοιχεία της European Union Labour Force Survey και της Eurostat η χώρα μας, κατά την περίοδο 2007-11, βρίσκεται στην τελευταία θέση ανάμεσα στον πυρήνα των 15 χωρών της ΕΕ ως προς το ποσοστό συμμετοχής των ενηλίκων σε προγράμματα δια βίου μάθησης, με χαρακτηριστικό ότι από το 2010 τα ποσοστά αυτά μειώνονται συνεχώς μέχρι σήμερα.
Γράφει το ψευτοΚΚΕ στο Ριζοσπάστη, της 17-1-2010: “Αυτός είναι ο στόχος της διά βίου μάθησης. Να αποτελέσει κυματοθραύστη των αδιεξόδων του καπιταλισμού και παράλληλα μέσο για την αναπαραγωγή του. Μια αναπαραγωγή που στις σημερινές συνθήκες οξύνει τις αντιθέσεις και αντιφάσεις και προκειμένου να πραγματοποιηθεί προϋποθέτει την ολοένα και μεγαλύτερη αύξηση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων”. Άρα το “λογικό” συμπέρασμα είναι: “κάτω η δια βίου μάθηση”. Και συνεχίζει παρακάτω: “Η θέση των εκπροσώπων της αστικής τάξης για τη διά βίου μάθηση, δεν έχει καμία σχέση με τις αντικειμενικές απαιτήσεις που δημιουργεί σήμερα η ραγδαία τεχνολογική, επιστημονική, κλπ. εξέλιξη”. Πρόκειται για την ακριβή αντιστροφή του μαρξισμού από το κατεξοχήν αντεργατικό, αντεπαναστατικό και ρωσόδουλο κόμμα της χώρας. Η τεχνολογική πρόοδος και η διά βίου μάθηση γι αυτό το κόμμα δεν είναι το θετικό αποτέλεσμα της ταξικής πάλης και της πάλης για την ανάπτυξη της παραγωγής στην οποία άθελά της οδηγούνται οι βιομηχανικοί καπιταλιστές στα πλαίσια του θανάσιμου μεταξύ τους ανταγωνισμού, αλλά είναι ένα σατανικό τέχνασμα τους για να σταματήσουν “τα αδιέξοδα του καπιταλισμού”. Στην πραγματικότητα η διά βίου μάθηση είναι ο φόρος σε γνώση που πρέπει να πληρώσει ασταμάτητα το κεφάλαιο στην σχετικά πιο ειδικευμένη εργατική τάξη για το γεγονός ότι ο καπιταλιστικός ανταγωνισμός επαναστατικοποιεί πια τόσο αδιάκοπα τα εργαλεία και τις μέθοδες παραγωγής, ώστε το κάθε εκπαιδευτικό σύστημα δεν μπορεί να προφτάσει αυτές τις αλλαγές και να δώσει στο κεφάλαιο έτοιμους τεχνικά και για πολύ καιρό τους ειδικευμένους εργαζόμενους που ζητάει. “Βλέπουμε έτσι πως ανατρέπονται, πως επαναστατικοποιούνται διαρκώς ο τρόπος και τα μέσα παραγωγής, πως ο καταμερισμός της εργασίας προκαλεί αναγκαστικά έναν ακόμη πιο μεγάλο καταμερισμό της εργασίας, η χρησιμοποίηση μηχανών μιαν ακόμη μεγαλύτερη χρησιμοποίηση μηχανών, η δουλειά σε μεγάλη κλίμακα, δουλειά σε ακόμη μεγαλύτερη κλίμακα. Αυτός είναι ο νόμος που διαρκώς βγάζει την αστική παραγωγή έξω από την παλιά της τροχιά και που αναγκάζει το κεφάλαιο να εντείνει τις παραγωγικές δυνάμεις της εργασίας, γιατί τις έχει εντείνει ο νόμος αυτός, ο νόμος που δεν το αφήνει ήσυχο και που ολοένα του μουρμουρίζει: εμπρός, εμπρός!” (Μαρξ, “Μισθωτή εργασία και κεφάλαιο”).
Έτσι η έρευνα και η μάθηση “δαιμονοποιούνται” στη χώρα μας από τους σαμποτέρ με συνέπεια οι άνθρωποι να μένουν αμόρφωτοι και να μην μπορούν να βρουν μια δουλειά. Ταυτόχρονα όμως-και αυτό είναι το σημαντικότερο-η εργατική τάξη μένει και αμόρφωτη και δίχως τις σύγχρονες δεξιότητες.
Έτσι εδώ η κούφια θεωρητικοποίηση των σπουδών και η αποσύνδεσή της από την παραγωγή έχει επίσης σαν αποτέλεσμα να αυξάνει η αντίθεση ανάμεσα στην πνευματική και τη χειρωνακτική εργασία. Στην αρχικά αναφερόμενη έρευνα διαβάζουμε: “Μόνο το 28% των νέων πιστεύει ότι τα τεχνικά επαγγέλματα αναγνωρίζονται από την κοινωνία. Γι’ αυτό, άλλωστε, μόνο το 42% των νέων τα επιλέγουν, εν αντιθέσει με το 78% που επιδιώκουν την ακαδημαϊκή μόρφωση”.
Και όχι μόνο. Προλήψεις, μεταφυσική και δυσειδαιμονία συνοδεύουν αυτήν την αποσύνδεση της γνώσης από την πραγματικότητα. Γιατί έτσι αυξάνεται το αντιεπιστημονικό πνεύμα των ανθρώπων που αναζητούν εξηγήσεις για τον κόσμο και την κοινωνία όχι με βάση την επιστήμη και τις γνώσεις που η ανθρωπότητα απόκτησε μέσα στους αιώνες, αλλά σε πνεύματα και ιδιαίτερα στη θρησκεία και σε κάτι που είναι έξω και πάνω από αυτούς. Σύμφωνα με έρευνα, που πραγματοποίησε το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, το Διεθνές Πανεπιστήμιο της Ελλάδας και το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και παρουσίασαν στο Βερολίνο σε συνέδριο που οργανώθηκε από το Κέντρο για τον αντισημιτισμό στην Ευρώπη και που δημοσίευσε η Καθημερινή στις 18-7-14: “Είναι χαρακτηριστικό ότι στο σκέλος των ερωτήσεων γνώσεων, μόνο το 6,5% βρήκε και τις τέσσερις σωστές απαντήσεις σε στοιχειώδη ζητήματα πολιτικής και ιστορίας. Δεδομένου, μάλιστα, ότι οι περισσότεροι ερωτηθέντες τείνουν στη συνωμοσιολογία και την ατομικιστική συμπεριφορά, επιρρίπτοντας ευθύνες για την κρίση σε εξωτερικούς παράγοντες, δηλώνουν ελάχιστα διατεθειμένοι να συνεισφέρουν στη διάσωση της χώρας”. Στην ίδια έρευνα και στο ερώτημα ποιόν εμπιστεύονται περισσότερο, οι πολιτικοί βρίσκονται στην τελευταία θέση ενώ αντίθετα η εκκλησία βρίσκεται στην πρώτη θέση.
Όσο βαθαίνει η κρίση και όσο δεν αναπτύσεται ένα πραγματικά προοδευτικό, δημοκρατικό κίνημα για να την αντιμετωπίσει, τόσο αυτά τα παραπάνω αντιδραστικά χαρακτηριστικά θα βαθαίνουν.
Το παρακάτω κείμενο δημοσιεύτηκε στο φ 525 της Νέας Ανατολής (εφημερίδας της πολιτικής οργάνωσης ΟΑΚΚΕ, Ιούνης 2017
ΤΟ ΣΑΜΠΟΤΑΖ ΤΩΝ ΡΩΣΟΔΟΥΛΩΝ ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΕΙ ΤΗ ΧΩΡΑΗ αποσύνδεση της εκπαίδευσης από την παραγωγή είναι το βασικό χαρακτηριστικό της ελληνικής εκπαίδευσης σε όλες της βαθμίδες της. Αντίθετα από αυτό που αποτελεί την πρακτική των αναπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών, δηλαδή οι σπουδές σε όλες τις βαθμίδες, ιδιαίτερα αυτές της δευτεροβάθμιας, να συνδέονται άμεσα με την αναπτυγμένη παραγωγή και τις ανάγκες της, στη χώρα μας συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι οι γνώσεις των αποφοίτων ελάχιστα αντιστοιχούν στις κοινωνικές παραγωγικές ανάγκες.
Σύμφωνα με τη μελέτη που έχει τίτλο: «Εκπαίδευση, επιχειρηματικότητα και απασχόληση: Ζητείται προσέγγιση», την οποία διενήργησαν η ελεγκτική εταιρεία ΕΥ, το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και η Endeavor Greece στα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας, πάνω από δύο στους πέντε φοιτητές εξακολουθούν και σήμερα, όπως και προ κρίσης, να φοιτούν σε τρεις βασικές γενικές κατευθύνσεις: το 13% (από 18% το 2008) στις ανθρωπιστικές επιστήμες, το 12% (από 11% το 2008) στις κοινωνικές επιστήμες και επιστήμες της συμπεριφοράς και επίσης 12% σε επιστήμες εκπαίδευσης και κατάρτισης των διδασκόντων (από 13% το 2008). Συνολικά, το 53% των φοιτητών κατευθύνεται σε αντικείμενα σπουδών και κλάδους που δεν συμβάλλουν στην αναπτυξιακή προσπάθεια της χώρας» (http://www.dealnews.gr/22-6). Είναι χαρακτηριστικό ότι σε ένα τομέα που βρίσκεται πάντα στην αιχμή της οικονομίας, στον τομέα της πληροφορικής εξακολουθεί να κατευθύνεται ένα πολύ μικρό ποσοστό, μόλις το 4% των φοιτητών. Σύμφωνα με το παραπάνω δημοσίευμα «στην Ελλάδα παρατηρείται μεγάλη ζήτηση σε ειδικούς πληροφορικής, ενώ στην Ευρώπη προβλέπονται έως το 2020 750.000 κενές θέσεις εργασίας στον εν λόγω κλάδο. Η ζήτηση για επιστήμονες της πληροφορικής επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι αποτελεί τον κλάδο με τη μεγαλύτερη αύξηση της απασχόλησης, 22,7%, το 2016 σε σύγκριση με το 2008».
Στην Ελλάδα τα τμήματα των λεγόμενων ανθρωπιστικών σπουδών δέχονται πολύ μεγαλύτερο ποσοστό φοιτητών από ότι τα τμήματα πληροφορικής. «Πρόκειται πράγματι για διαστρέβλωση της εκπαιδευτικής διαδικασίας» συμπεραίνεται στην ίδια μελέτη. Η εικόνα δεν είναι πολύ διαφορετική στα ΤΕΙ. «Αν και όλοι συμφωνούν ότι πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στην τεχνολογική εκπαίδευση, ο συνολικός αριθμός των σπουδαστών μειώθηκε κατά 6% το 2015 σε σύγκριση με το 2008. Ειδικά, στον κλάδο πληροφορικής η μείωση φτάνει το 29% και στον τομέα εμπορίου και διοίκησης επιχειρήσεων το 21%» (στο ίδιο). Όσο θα περνά ο καιρός και η χώρα θα κατρακυλά στην κρίση και τη διάλυση τόσο πιο φανερά θα γίνονται τα αποτελέσματα του χρόνιου σαμποτάζ της παραγωγής.
Αν και η ανεργία είναι γύρω στο 30% «όμως το 77% των εργοδοτών δηλώνει ότι δυσκολεύεται να βρει το κατάλληλο ανθρώπινο δυναμικό. Ο λόγος; Η Ελλάδα έχει το υψηλότερο ποσοστό εργαζομένων (26%) με υπερβάλλοντα προσόντα, όμως μόλις το 55% έχει προσόντα εναρμονισμένα με τις ανάγκες της αγοράς. Όπως ανέφερε ο κ. Π. Παπάζογλου, διευθύνων σύμβουλος της ΕΥ Ελλάδος, ο κυριότερος λόγος που ανέφεραν οι εργοδότες είναι το έλλειμμα σε τεχνικές δεξιότητες (29%), σε εμπειρία (27%), σε προσωπικές δεξιότητες (12%) και σε διαθέσιμους υποψηφίους (11%)» (στο ίδιο). Αυτό το έλλειμμα σε προσωπικές και τεχνικές δεξιότητες αποτυπώνεται κάθε χρόνο και στη μέση εκπαίδευση από τις τελευταίες θέσεις που καταλαμβάνει η χώρα μας στο διαγωνισμό Piza και ο οποίος αφορά εκτός από την κατανόηση κειμένου και τεχνικές δεξιότητες.
ΤΟ ΣΑΜΠΟΤΑΖ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΕΙΝΑΙ ΤΜΗΜΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΤΕΡΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΣΑΜΠΟΤΑΖ
Αυτή η αναντιστοιχία και η αποσύνδεση πραγματοποιείται στο όνομα της δήθεν επανάστασης και του δήθεν ανθρωπισμού, κατά κύριο λόγο από την ψευτοαριστερά που κυριαρχεί στην ΟΛΜΕ στη μέση εκπαίδευση, στη ΔΟΕ στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση και βέβαια στα πανεπιστήμια από τις ηγεσίες των ψευτοαριστερών παρατάξεων. Το σύνθημα στο οποίο συμπυκνώνεται αυτή η μεθοδευμένη αποσύνδεση είναι το “όχι στο σχολείο της αγοράς και του κεφαλαίου”, εννοώντας ότι το σχολείο πρέπει να είναι μακριά από την παραγωγή αφού η παραγωγή είναι στην υπηρεσία του κεφαλαίου. Όπως δηλαδή ακριβώς σήμερα το ψευτοΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ κλείνουν τις επιχειρήσεις επειδή είναι στην υπηρεσία του καπιταλιστή ενώ ξέρουν ότι έτσι στερούν και την εργατική τάξη από τα μέσα της διαβίωσης της, αλλά και τους υλικούς όρους της νέας σοσιαλιστικής κοινωνίας, έτσι καταστρέφοντας τη σύνδεση της εκπαίδευσης με την παραγωγή, τις θετικές επιστήμες και την έρευνα, καταστρέφουν και την εκπαίδευση. Με αυτόν τον τρόπο οι εργάτες και ο λαός παραμένουν αμόρφωτοι και άνεργοι ενώ ο μισθός τους πέφτει στο χαμηλότερο ύψος αυτό της ανειδίκευτης εργατικής δύναμης σύμφωνα με τους σιδερένιους νόμους της αγοράς που κανένας καλύτερα από τον Μαρξ δεν έχει αναλύσει. Όλη η ψευτοαριστερά που μιλά στο όνομα του λαού και της εργατικής τάξης στην πραγματικότητα καταστρέφει την εργατική δύναμη του εργάτη και τον παραδίδει φτηνό κρέας στα δόντια σύσσωμης της αστικής τάξης, ιδιαίτερα σήμερα της ρωσόδουλης αστικής τάξης, παλιάς και νέας. Τα νέα αφεντικά, οι ρώσοι κρατικοολιγάρχες και οι κινέζοι αποικιοκράτες, μαζί με την ντόπια ρωσόδουλη αστική τάξη θέλουν φτηνή ανειδίκευτη εργατική δύναμη όπως αυτή του υπηρετικού τους προσωπικού, γιατί σύγχρονη βιομηχανία δεν θέλουν εκτός από εκείνη που σχετίζεται με τα δίκτυα μεταφοράς και επικοινωνιών κάθε είδους που αντιστοιχούν στα αποικιακά τους συμφέροντα. Αυτήν την πολιτική εξυπηρετεί η ψευτοαριστερά, αλλά και σύσσωμο το πολιτικό καθεστώς.
Πέρα από αυτήν την άμεση καταστροφή ο χωρισμός της εκπαίδευσης από την παραγωγή οπότε και από την εφαρμοσμένη έρευνα, οδηγεί στην απέραντη καταστροφή της υλικής βάσης της σοσιαλιστικής κοινωνίας που πάνω της θα οικοδομήσει η εργατική τάξη τους υλικούς όρους της ταξικής της κομμουνιστικής απελευθέρωσης.
Από την άποψη αυτή είναι θεμελιώδους σημασίας για την ύπαρξη της εργατικής τάξης και για το γρηγορότερο και σταθερότερο πλησίασμα στον επαναστατικό μετασχηματισμό, η αποκάλυψη του πελώριου παραγωγικού και εκπαιδευτικού σαμποτάζ για λογαριασμό των ρώσικων και κινέζικων αφεντικών της σε κάθε τμήμα της κοινωνίας.